Ο τύπος δεσμού στην παιδική ηλικία και οι συνέπειές του στην ενήλικη ζωή

Ο δεσμός (attachment) θεωρείται μια κομβική έννοια για όλες ή σχεδόν όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης αγάπης. Η γονεϊκή καθώς και η σεξουαλική συμπεριφορά είναι στενά συνδεδεμένες με την έννοια της αγάπης και μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά με την έννοια του δεσμού. Θεωρείται απίθανο να υπάρχει αγάπη απουσία δεσμού. Ο δεσμός προσδιορίζεται από συμπεριφορικές και ψυχολογικές παραμέτρους όπως τη διατήρηση της εγγύτητας και την επιθυμία συνάντησης με το αντικείμενο του δεσμού (Bowlby, 1973; 1980).


H έρευνα για τους τύπους δεσμού προέρχονται από τον τομέα της Εξελικτικής Ψυχολογίας. Όταν η μητέρα απομακρυνθεί από το παιδί, η επανεμφάνισή της προκαλεί στο παιδί μια από τις τρεις αντιδράσεις, τις οποίες περιέγραψαν οι Ainsworth, Blehar, Walters και Wall (1978) και που αντιστοιχούν σε τρία είδη δεσμού: Α) Αποφευκτικός/ανασφαλής δεσμός: Το παιδί απορρίπτει τη μητέρα, Β) Ασφαλής δεσμός: Το παιδί επιζητεί την επαφή ή υποδέχεται τη μητέρα, Γ) Αμφίθυμος/ανασφαλής δεσμός: Το παιδί εναλλάσσεται ανάμεσα στο θυμό και την έκφραση συμπεριφοράς πρόσδεσης προς τη μητέρα.
Ο τύπος της αντίδρασης του παιδιού στην επανένωση με τη μητέρα, βρέθηκε ότι είναι συνακόλουθος με τον τρόπο φροντίδας της μητέρας (Ainsworth et al., 1978). Τα παιδιά με ασφαλή δεσμό είχαν μητέρες που περιγράφονται ευαίσθητες, δεκτικές, συνεργάσιμες και ψυχολογικά προσηνείς στα παιδιά τους. Αντίθετα οι μητέρες των παιδιών με ανασφαλή δεσμό ήταν αντιφατικές, ανέκφραστες ή απορριπτικές προς τα παιδιά τους (Bowlby, 1973;1980).
Μεταγενέστερες μελέτες ανέδειξαν ότι ο ασφαλής και ο ανασφαλής δεσμός συσχετίζονται αντίστοιχα, με την προσαρμοστική και τη δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά που αναδύεται καθώς το παιδί μεγαλώνει. Έτσι, τα παιδιά με ανασφαλή δεσμό χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση, λιγότερο ενθουσιασμό για πνευματικές ενασχολήσεις, δυσκολίες στις κοινωνικές δραστηριότητες του σχολείου και μικρή ανθεκτικότητα σε πραγματικές ή φανταστικές καταστάσεις που απειλούν την αυτοπεποίθηση,το αίσθημα προσωπικής αξίας και τη διαπροσωπική εμπιστοσύνη (Bowlby, 1973; 1980). Αντίθετα, οι παιδικές εμπειρίες που περιλαμβάνουν υποστηρικτική και συνεπή γονεϊκή ανταπόκριση, θεωρείται ότι οδηγούν τα παιδιά να αναπτύξουν αίσθηση προσωπικής αξίας και συναίσθημα ανακούφισης όταν στηρίζεται στους άλλους ανθρώπους.
Αυτές οι σκέψεις και συναισθήματα αποκρυσταλλώνονται σε εσωτερικευμένα μοντέλα (internal working models) ή γνωσιακές-συναισθηματικές στάσεις που δηλώνουν ότι ο εαυτός είναι πολύτιμος και άξιος αγάπης (μοντέλο εαυτού) και ότι οι άλλοι είναι πολύτιμοι και άξιοι εμπιστοσύνης (δηλαδή τα παιδιά αναπτύσσουν ένα θετικό «μοντέλο του άλλου» στη συμπεριφορά τους). Αντίθετα η γονεϊκή στάση που δεν προσφέρει ανταπόκριση, είναι κακοποιητική ή ασυνεπής θεωρείται ότι δημιουργεί στο παιδί ένα αρνητικό μοντέλο εαυτού (χαμηλή αυτοεκτίμηση και ευαισθησία στην απόρριψη) και αρνητικό μοντέλο του άλλου (μέσω της έλλειψης εμπιστοσύνης και της χαμηλής εκτίμησης του γονιού) (Bartholomew, 1990). Σταδιακά αυτά τα εσωτερικευμένα μοντέλα μπορούν χωρίς να γίνεται αντιληπτό, να αποτελέσουν σταθερά τμήματα της προσωπικότητας του παιδιού (Bowlby, 1988; Waters et al. 2000).
Οι συνέπειες του δεσμού μητέρας-παιδιού γίνονται αντιληπτές κατά την ενηλικίωση μέσα από την ικανότητα του ατόμου να δημιουργεί ασφαλείς και ικανοποιητικές σχέσεις. Σύμφωνα με τον Bowlby (1988), η υγιής λειτουργία της προσωπικότητας αντανακλά σε κάθε ηλικία την ικανότητα του ατόμου να αναγνωρίζει άτομα που του ταιριάζουν και είναι πρόθυμα να προσφέρουν ασφαλείς δεσμούς καθώς και την ικανότητά του να συνεργάζεται με τα άτομα αυτά σε μία σχέση αμοιβαίας ικανοποίησης.